Εμβολισμοί εγκεφάλου

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο εμβολισμός αποτελεί μία ενδαγγειακή επέμβαση, η οποία έχει καθιερωθεί διεθνώς ως μέθοδος εκλογής για την αντιμετώπιση των ανευρυσμάτων του εγκεφάλου και άλλων ενδοκρανιακών παθήσεων.

Η προσέγγιση των αγγείων του εγκεφάλου γίνεται μέσα από τον ίδιο τους τον αυλό (ενδαγγειακά) και όχι με διάνοιξη του κρανίου (κρανιοτομία).

Αποτελεί μέθοδο εκλογής, λόγω της μη τραυματικής φύσης της επέμβασης, του καλού μακροχρόνιου αποτελέσματος και του χαμηλού ποσοστού επιπλοκών.

Στο Ιατρικό Διαβαλκανικό Θεσσαλονίκης διενεργούνται συστηματικά εμβολισμοί για παθήσεις του κεντρικού νευρικού συστήματος (εγκέφαλος και νωτιαίος μυελός), με το μεγαλύτερο αριθμό αντιμετώπισης ασθενών στη Βόρεια Ελλάδα.

Κορυφαίοι νευροχειρουργοί με μετεκπαίδευση στο εξωτερικό στους εμβολισμούς και με μεγάλη εμπειρία, διενεργούν και τις πλέον δύσκολες ή εξειδικευμένες  επεμβάσεις υπό το σύγχρονο ψηφιακό αγγειογράφο

ΙΑΤΡΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

Για τη διενέργεια του εμβολισμού, απαιτείται αγγειογράφος υψηλής ευκρίνειας και τρισδιάστατης απεικόνισης.

Η προσπέλαση μικροκαθετήρων και μικροσυρμάτων υψηλής τεχνολογίας και των συνεχώς εξελισσόμενων υλικών εμβολισμού, γίνεται δια μέσου του αυλού των αγγείων του εγκεφάλου.

 Οι παθήσεις που κατεξοχήν αντιμετωπίζονται με ενδαγγειακή επέμβαση (εμβολισμό) είναι:

  • ανευρίσματα εγκεφάλου είτε ραγέντα με συνοδό υπαραχνοειδή αιμορραγία,  είτε μη ραγέντα,
  • αρτηριοφλεβικές (ή αρτηριοφλεβώδεις) δυσπλασίες – επικοινωνίες εγκεφάλου και νωτιαίου μυελού,
  • αρτηριοφλεβικές επικοινωνίες της σκληράς μήνιγγας,
  • τραυματικές ή αυτόματες αρτηριοφλεβικές επικοινωνίες κεφαλής – τραχήλου,
  • στενώσεις ενδοκράνιων αγγείων (έσω καρωτίδος, μέσης εγκεφαλικής αρτηρίας, βασικής αρτηρίας κ.λπ.),
  • στενώσεις εξωκράνιων αγγείων, όπως καρωτίδος και σπονδυλικής αρτηρίας,
  • οξύ ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο με απόφραξη μεγάλου εγκεφαλικού αγγείου,
  • αγγειοβριθείς όγκοι κεφαλής, τραχήλου και σπονδυλικής στήλης ως προεγχειρητική επέμβαση ή παρηγορική θεραπεία (μηνιγγιώματα, νευρινώματα, παραγαγγλιώματα, αιμαγγειοβλαστώματα, αγγειοϊνώματα),
  • αιμαγγειώματα κεφαλής, τραχήλου και σπονδυλικής στήλης, ως μονήρης ή συμπληρωματική θεραπεία,
  • επιστάξεις (ρινορραγίες) ή άλλες δύσκολα ελέγξιμες αιμορραγίες κεφαλής και τραχήλου.

ΠΑΘΗΣΕΙΣ

Τα ανευρύσματα του εγκεφάλου δημιουργούνται σε σημεία των εγκεφαλικών αρτηριών όπου το τοίχωμά τους είτε έχει κάποιο δομικό ελάττωμα, είτε δέχεται αυξημένες πιέσεις από την ροή του αίματος.

Δεν είναι συγγενείς ανωμαλίες αλλά αναπτύσσονται μέσα σε αρκετά χρόνια σε κάποια αρτηρία η οποία παρουσιάζει κάποιους από τους παραπάνω προδιαθεσικούς παράγοντες.

Έχουν συνήθως σακοειδές σχήμα σαν ένας σάκος που αναπτύσσεται στο τοίχωμα της αρτηρίας.

Τα ανευρύσματα του εγκεφάλου παρουσιάζουν κίνδυνο ρήξεως και πρόκλησης αιμορραγίας στον εγκέφαλο (υπαραχνοειδής αιμορραγία, ενδοεγκεφαλικό αιμάτωμα κ.λπ.), η οποία μπορεί να έχει σοβαρότατες συνέπειες για τον ασθενή.

Για το λόγο αυτό, εφ’ όσον διαγνωσθεί ένα ανεύρυσμα εγκεφάλου, πρέπει να αντιμετωπίζεται το συντομότερο δυνατόν.

Η αντιμετώπιση των ανευρυσμάτων με κρανιοτομία και αποκλεισμό του ανευρύσματος με ένα η περισσότερα ειδικά κλιπ, είναι μία πολύ βαριά επέμβαση που συνοδεύεται από σημαντικούς κινδύνους και σήμερα πλέον έχει αντικατασταθεί από τον εμβολισμό, δηλαδή τη μικροχειρουργική απολίνωση.

Με τον εμβολισμό δεν ανοίγεται το κρανίο, αλλά διαμέσου της μηριαίας αρτηρίας καθοδηγείται ένας πολύ λεπτός μικροκαθετήρας στον εγκέφαλο και το άκρο του τοποθετείται μέσα στο σάκο του ανευρύσματος.

Στη συνέχεια προωθούνται μέσα στο ανεύρυσμα ειδικά μικροσπειράματα εμβολισμού μέχρι να αποφραχθεί πλήρως ο σάκος του και να αποκλειστεί από την κυκλοφορία του αίματος.

Τα αποτελέσματα του εμβολισμού των ανευρυσμάτων είναι εξαιρετικά, συνοδεύονται από πολύ χαμηλά ποσοστά επιπλοκών και συνεπάγονται ελάχιστη ταλαιπωρία του ασθενούς.

Διεθνώς, αποτελεί την πρώτη επιλογή για την αντιμετώπιση των ανευρυσμάτων του εγκεφάλου, ενώ η κρανιοτομία παραμένει δεύτερη επιλογή για ένα μικρό ποσοστό ανευρυσμάτων στα οποία δε μπορεί να εφαρμοστεί ο εμβολισμός για τεχνικούς ή ανατομικούς λόγους.

Η εξωτερική μεμβράνη που καλύπτει και προστατεύει τον εγκέφαλο ονομάζεται σκληρά μήνιγγα.

Εάν λόγω τραύματος στο κρανίο, κρανιοτομίας, εγκεφαλικής φλεβικής θρόμβωσης ή άλλης αιτίας, προκληθεί πρόβλημα στη σύνδεση  μεταξύ των αρτηριών και των φλεβικών κόλπων που διέρχονται από τη σκληρά μήνιγγα, τότε η πάθηση ονομάζεται αρτηριοφλεβική επικοινωνία της σκληράς μήνιγγας.

 Η πάθηση μπορεί να μην έχει καθόλου συμπτώματα, ή να έχει συμπτώματα, χωρίς να είναι αυτά που καθορίζουν την επικινδυνότητά της.

Μπορεί η βλάβη να είναι πολύ μικρή και να μη χρειάζεται καθόλου επέμβαση, αλλά μπορεί να προκαλέσει και εγκεφαλική αιμορραγία.

Συνήθως όμως υπάρχουν συμπτώματα και αυτά είναι η κεφαλαλγία, ένα «φύσημα» που ακούει ο ασθενής στο κεφάλι του, προβλήματα στα μάτια (Ερυθρότητα, πρήξιμο, μείωση της όρασης), επιληπτική κρίση ή νευρολογικά προβλήματα.

Για τη διάγνωση  της αρτηριοφλεβικής επικοινωνίας της σκληράς μήνιγγας, συνήθως διενεργείται αρχικά μαγνητική εγκεφάλου και εάν υπάρχουν ενδείξεις είναι απαραίτητη η ψηφιακή αγγειογραφία για ακριβείς πληροφορίες προκειμένου να αποφασιστεί ο τρόπος αντιμετώπισής της.

Από τη διάγνωση προκύπτει η θέση της βλάβης και για την αντιμετώπισή της ισχύει διεθνώς μία κατάταξη με πέντε τύπους.

Εάν διαπιστωθεί φλοιώδης φλεβική παλινδρόμηση ή ενδοκράνια αιμορραγία, ο ασθενής θα πρέπει να υποβληθεί άμεσα σε εμβολισμό με αρτηριακή η φλεβική προσέγγιση ή αναλόγως του περιστατικού, σε ανοιχτή χειρουργική επέμβαση.

Υπάρχουν περιπτώσεις όπου πριν από τη χειρουργική επέμβαση διενεργείται εμβολισμός  για τη μείωση του κινδύνου διεγχειρητικής αιμορραγίας.

Ο χρόνος παραμονής στην κλινική ποικίλει αναλόγως της ύπαρξης ή όχι ενδοκράνιας αιμορραγίας. 

H αρτηριοφλεβική ή αρτηριοφλεβώδης δυσπλασία, είναι μία συγγενής ανωμαλία στη διάπλαση των αγγείων του εγκεφάλου και σπανιότερα του νωτιαίου μυελού.

Εκδηλώνονται με κρίσεις επιληψίας, αιφνίδιο και ισχυρό πονοκέφαλο, δυσκολία στην ομιλία, θολή όραση, αδυναμία στα άκρα και άλλα συμπτώματα.

Ο κίνδυνος εγκεφαλικής αιμορραγίας που μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε θάνατο, είναι υψηλός.

Συχνά γίνεται αντιληπτή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή περίπου στην ηλικία των 35 χρόνων.

Η διάγνωσή της γίνεται με αξονική ή μαγνητική τομογραφία και εφόσον προκύψουν σχετικά ευρήματα, είναι απαραίτητη η ψηφιακή αγγειογραφία.

Η αντιμετώπισή της γίνεται με εμβολισμό ή με κρανιοτομία σε περίπτωση εκτεταμένης εγκεφαλικής αιμορραγίας.

Τα ισχαιµικά εγκεφαλικά επεισόδια αποτελούν το 85% του συνόλου των εγκεφαλικών επεισοδίων.

Το οξύ ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο αποτελεί βαρύ, επείγον περιστατικό για το οποίο απαιτείται άμεση διάγνωση και αντιμετώπιση σε νοσοκομειακό περιβάλλον.

Η δυνατότητα θεραπευτικής παρέµβασης, εξαρτάται άµεσα από το χρονικό διάστηµα µεταξύ της εµφάνισης των συμπτωμάτων και της εφαρμογής της θεραπείας.

Προκαλεί σοβαρές αναπηρίες και αποτελεί µία από τις σημαντικότερες αιτίες θανάτου παγκοσμίως. 

Τα συμπτώματα που ακολουθούν ένα εγκεφαλικό επεισόδιο εξαρτώνται από την περιοχή του εγκεφάλου, που έχει επηρεαστεί, και την έκταση της βλάβης.

Εμφανίζονται ξαφνικά και είναι το µούδιασµα ή αδυναµία του προσώπου, του χεριού ή του ποδιού, ιδιαίτερα από τη µία πλευρά του σώµατος, η σύγχυση ή δυσκολία στην οµιλία ή στην κατανόηση, η δυσκολία στην όραση από το ένα ή και τα δύο µάτια, η ζάλη, η απώλεια της ισορροπίας ή του συντονισµού των κινήσεων.

Ως ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο χαρακτηρίζεται η διακοπή της αρτηριακής παροχής αίµατος σε ένα τµήµα του εγκεφάλου.

Αυτό οφείλεται σε απόφραξη των µεγάλων αρτηριών προς τον εγκέφαλο ή των µικρών αρτηριών εντός του εγκεφάλου.

Η απόφραξη προκαλείται είτε από τη δημιουργία θρόµβου σε µία αρτηρία µε στένωση (θρόμβωση), είτε από θρόµβο που σχηματίστηκε συνήθως στην καρδιά και µετακινήθηκε στις αρτηρίες του εγκεφάλου µε την αιµατική ροή (εµβολή).

Όµως, η λειτουργία των εγκεφαλικών κυττάρων απαιτεί συνεχή παροχή οξυγόνου και γλυκόζης µέσω της κυκλοφορίας του αίµατος.

Όταν η παροχή αίµατος σε τµήµα του εγκεφάλου διακόπτεται από το εγκεφαλικό επεισόδιο, προκαλείται διαταραχή στη λειτουργία των εγκεφαλικών κυττάρων και στη συνέχεια τα κύτταρα αυτά πεθαίνουν.

Στα οξέα ισχαιµικά εγκεφαλικά επεισόδια, η άµεση θεραπεία είναι απαραίτητη ώστε να προληφθεί η επέκταση της βλάβης σε µεγαλύτερη περιοχή του εγκεφάλου, όπου η παροχή αίµατος έχει µειωθεί αλλά δεν έχει σταματήσει.

Εάν οι ασθενείς υποβληθούν στον αναγκαίο εργαστηριακό και απεικονιστικό έλεγχο έως και 4,5 ώρες µετά την έναρξη των συμπτωμάτων, έχουν τη δυνατότητα να δεχθούν ενδοφλέβια θροµβολυτική θεραπεία (χορήγηση ουσίας η οποία διαλύει το θρόµβο) με την προϋπόθεση ότι δε συντρέχουν αντενδείξεις για τη χορήγησής της.

Εάν υπάρχει απόφραξη µεγάλου µεγέθους εγκεφαλικού αγγείου (όπως είναι η έσω καρωτίδα, η βασική αρτηρία, η µέση εγκεφαλική αρτηρία) µε ποσοστά θνητότητας από 30% έως 90%, η ανταπόκριση στην ενδοφλέβια χορήγηση θροµβολυτικών είναι πολύ µικρή.

Οι ασθενείς αυτοί υποβάλλονται σε ενδαρτηριακή θροµβόλυση (εμβολισμό) υπό την καθοδήγηση του ψηφιακού αγγειογράφου, για την απευθείας έγχυση θροµβολυτικής ουσίας στην αποφραγµένη αρτηρία) εφόσον δεν έχουν περάσει περισσότερες από 6 ώρες µετά την έναρξη των συμπτωμάτων του εγκεφαλικού επεισοδίου.

Η πιθανότητα διάνοιξης της αποφραγµένης αρτηρίας φτάνει το 60%.

Η ενδαρτηριακή θροµβεκτοµή ή µηχανική θροµβόλυση γίνεται µέσα από τον οδηγό καθετήρα, από τον οποίο προωθείται µία συσκευή που παγιδεύει και απομακρύνει το θρόµβο από την αρτηρία.

Η μέθοδος µπορεί να εφαρµοστεί έως και 8 ώρες (έως και 12 ώρες στην οπίσθια κυκλοφορία) µετά την έναρξη των συµπτωµάτων του εγκεφαλικού, προσφέροντας 80% πιθανότητα διάνοιξης της αποφραγµένης αρτηρίας.

Πολλές φορές γίνεται συνδυασμός της ενδαρτηριακής θροµβόλυσης και θροµβεκτοµής. 

Οι στενώσεις ενδοκράνιων και εξωκράνιων αγγείων (έσω καρωτίδος, μέσης εγκεφαλικής αρτηρίας, βασικής αρτηρίας, αρτηρίας σπονδυλικής στήλης) είναι συνήθως αποτέλεσμα της αθηροσκλήρυνσης.

Εάν δε διαγνωστούν ως τυχαίο εύρημα προληπτικού ελέγχου, μπορεί να μην εκδηλώσουν συμπτώματα σε αρχικό στάδιο.

Καθώς η στένωση εντείνεται, εκδηλώνονται με παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο δηλαδή με πάρεση του προσώπου ή ενός μέλους ή μίας πλευράς του σώματος, με δυσκολία στην ομιλία, με τύφλωση που συνήθως διαρκεί μερικά δευτερόλεπτα και άλλα συμπτώματα. Ωστόσο, η διάρκειά των συμπτωμάτων δεν ξεπερνά τις 24 ώρες.

Αυτό το προσωρινό εγκεφαλικό επεισόδιο, προειδοποιεί για άμεσο κίνδυνο ενός σοβαρού αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου με μόνιμες βλάβες στην εγκεφαλική λειτουργία γι΄ αυτό και απαιτεί άμεση νοσοκομειακή αντιμετώπιση.

Η στένωση των καρωτίδων μπορεί να διαγνωστεί με υπερηχογράφημα έγχρωμης ροής (triplex).

Επίσης, μετά από κλινική εξέταση και τη διάγνωση για πιθανή στένωση ενδοκράνιων και εξωκράνιων αγγείων, μπορεί ο νευροχειρουργός να συστήσει τη διενέργεια υπερηχογραφήματος για να μελετηθεί η ταχύτητα ροής στο σημείο της στένωσης, αξονική τομογραφία ή μαγνητική τομογραφία καρωτίδων ή εγκεφάλου.

Εφόσον διαγνωστεί η στένωση απαιτείται ψηφιακή αγγειογραφία για να οριστικοποιηθεί ο τρόπος αντιμετώπισής της. Η χειρουργική θεραπεία διενεργείται με εμβολισμό, εκτός εάν συντρέχουν ειδικοί λόγοι για ανοιχτή επέμβαση.

ΓΙΑΤΙ ΕΜΑΣ

Το Ιατρικό Διαβαλκανικό Θεσσαλονίκης βρίσκεται σε συνεχή 24ωρη ετοιμότητα για την αντιμετώπιση περιστατικών με τη μέθοδο του Εμβολισμού και με κάθε είδους Νευροχειρουργικές επεμβάσεις που μπορεί να κριθούν απαραίτητες.

Αντιμετωπίζεται ετησίως μεγάλος αριθμός ασθενών με αποτελέσματα εφάμιλλα των διεθνών Κέντρων χάρη στην εξειδίκευση ειδικών νευροχειρουργών στους εμβολισμούς και τη συνεργασία των Τμημάτων του (Τμήμα Εμβολισμών, Νευροχειρουργικό, Αναισθησιολογικό, Ακτινολογικό, Αιμοδυναμικό, ΜΕΘ, Χειρουργεία).

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ