Καρκίνος του Μαστού
Ο καρκίνος του μαστού είναι ο συχνότερος καρκίνος του γυναικείου πληθυσμού στις ανεπτυγμένες χώρες του δυτικού κόσμου. Στη χώρα μας έχουμε περισσότερες από 5.000 νέες περιπτώσεις καρκίνου μαστού κάθε χρόνο.
Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί συνολικά τη δεύτερη αιτία θανάτου των γυναικών από κακοήθες νεόπλασμα και την πρώτη αιτία θανάτου για τις γυναίκες μεταξύ 45 και 60 ετών.
Η συχνότητα του καρκίνου του μαστού αυξάνεται συνεχώς μέχρι την ηλικία των 75 ετών. Παρά τη συνεχή αύξηση, ο καρκίνος μαστού παραμένει σπάνιος στις νέες γυναίκες μέχρι τα 40 και είναι ανύπαρκτος σε ηλικίες κάτω των 25 ετών.
Εμβόλιο δεν υπάρχει για να προλάβουμε τον καρκίνο του μαστού, όπως π.χ. τον καρκίνο του τραχήλου, και συνεπώς το μόνο που μένει είναι η έγκαιρη διάγνωση.
Όσο νωρίτερα διαγνωστεί ένας καρκίνος του μαστού, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα επιτυχούς θεραπείας.
Στην ηλικία μεταξύ 35 και 40 ετών, κάθε γυναίκα θα πρέπει να υποβάλλεται σε κλινική εξέταση των μαστών κάθε δύο χρόνια και να κάνει τον πρώτο της έλεγχο με μαστογραφία.
Από την ηλικία των 40 ετών, θα πρέπει να υποβάλλεται συστηματικά σε μαστογραφία και κλινική εξέταση των μαστών από εξειδικευμένο ιατρό, μία φορά το χρόνο.
Στις μικρές ηλικίες, κάτω των 35 ετών, όπου λόγω πυκνότητας του μαστού η μαστογραφία έχει μειωμένη δυνατότητα να ανιχνεύσει ένα μικρό καρκίνο, η γυναίκα μπορεί να ελέγχει τους μαστούς της με κλινική εξέταση και υψηλής ευκρίνειας υπερηχογράφημα.
Σε νέες, αλλά «υψηλού κινδύνου» γυναίκες, ο έλεγχος του μαστού μπορεί να γίνει και με μαγνητική μαστογραφία εφόσον το κρίνει ο γιατρός τους.
Οι νέες γυναίκες από την ηλικία των 20 ετών πρέπει να υποβάλλονται σε κλινική εξέταση μαστών (ψηλάφηση από χειρουργό μαστού) κάθε τρία χρόνια.
Εάν υπάρχει ψηλαφητό εύρημα πρέπει να γίνεται ένα υπερηχογράφημα μαστού. Τα συχνότερα ευρήματα είναι καλοήθη, όπως οι απλές κύστεις, τα ινοαδενώματα, τα θηλώματα και οι φυλλοειδείς όγκοι.
Οι κύστεις και τα ινοαδενώματα συνήθως δεν απαιτούν αφαίρεση.
Περιπτώσεις μαστού με καλοήθη ογκίδια που μπορεί να χρειαστούν χειρουργική επέμβαση είναι:
Οι φυλλοειδείς όγκοι γιατί λαμβάνουν μεγάλες διαστάσεις, έχουν τάση να υποτροπιάζουν και μπορεί αργότερα να εξαλλαγούν σε κακοήθη σαρκώματα.
Τα μεγάλα ινοαδενώματα μόνον εφόσον μεγαλώνουν συνεχώς , ξεπερνώντας τα 2 εκ. διότι δε μπορούμε να τα ξεχωρίσουμε από τους φυλλοειδείς όγκους, παρά μόνο μετά την αφαίρεσή τους.
Τα θηλώματα διότι μπορεί να εξαλλαγούν με την πάροδο των ετών.
Η σκληρυντική αδένωση και οι άτυπες συρρέουσες μικροαποτιτανώσεις.
Παράγοντες Κινδύνου για Καρκίνο Μαστού
Οι βασικοί παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση καρκίνου του μαστού είναι το φύλο (γυναίκα), η ηλικία, το θετικό οικογενειακό ιστορικό (κυρίως µητέρα ή αδελφή µε καρκίνο µαστού) και το κληρονομικό ιστορικό, καθώς επίσης η έλλειψη άσκησης, το υπερβολικό βάρος, το κάπνισα, η υπερβολική χρήση αλκοόλ και η µακροχρόνια χρήση ορµονών µετά την εμμηνόπαυση.
Στον κληρονομικό καρκίνο του µαστού, έχουµε εντοπίσει γονίδια (BRCA1&2), τα οποία ευθύνονται για την εµφάνισή του. Η ύπαρξη µίας βλάβης (µετάλλαξη) σε ένα τέτοιο γονίδιο, αυξάνει πάρα πολύ την πιθανότητα εµφάνισης της νόσου που φθάνει περίπου στο 75-80% κατά τη διάρκεια της ζωής της γυναίκας, ενώ συγχρόνως συνοδεύεται από υψηλή πιθανότητα, περίπου 50-60%, εµφάνισης καρκίνου των ωοθηκών.
Ο κληρονομικός, όµως, καρκίνος, αποτελεί µικρό ποσοστό των καρκίνων του µαστού. Σε 100 γυναίκες µε καρκίνο του µαστού, ο κληρονομικός καρκίνος ευθύνεται για την προσβολή 5 - 7 γυναικών.
Ο έλεγχος για κληρονομικότητα δε συστήνεται γενικώς, παρά µόνο σε γυναίκες µε ισχυρό οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού (π.χ. εµφάνιση σε τουλάχιστον δύο ή περισσότερες συγγενείς, εµφάνιση καρκίνου σε νεαρή ηλικία ή εµφάνιση στην ίδια οικογένεια καρκίνου µαστού και ωοθηκών).
Είναι, όµως, σηµαντικό να ξέρουµε ότι, ακόµα και αν τα γενετικά τεστ καρκίνου μαστού αποδειχθούν αρνητικά, η γυναίκα θα πρέπει να συνεχίζει τους προληπτικούς ελέγχους κανονικά.
Απλώς, έχει αποκλείσει το µικρό ποσοστό του «κληρονομικού καρκίνου», ενώ εξακολουθεί να κινδυνεύει από τον «τυχαίο» καρκίνο του µαστού. Άρα, θα πρέπει να συνεχίσει κανονικά το προληπτικό έλεγχο των µαστών της.
Συμπτώματα καρκίνου του μαστού
Στα αρχικά στάδια, ο καρκίνος του µαστού δεν παρουσιάζει σηµάδια ή συμπτώματα και ανιχνεύεται µόνο µε τη µαστογραφία.
Αργότερα, µπορεί να εµφανιστεί ένα ψηλαφητό µόρφωµα στο µαστό (όγκος), καθήλωση (τράβηγµα) του δέρµατος ή της θηλής του µαστού (εισολκή θηλής).
Αν η γυναίκα δεν αξιολογήσει τα παραπάνω συμπτώματα, µπορεί να εμφανιστούν σηµάδια προχωρημένης νόσου, όπως θερµός και ερυθρός µαστός (φλεγμονώδης καρκίνος), πόνοι στα οστά, µεγάλη διόγκωση (block) των λεμφαδένων στη µασχάλη.
Θεραπεία καρκίνου μαστού
Στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα και μέχρι σήμερα, συντελούνται ραγδαίες εξελίξεις στη γνώση και αντιμετώπιση της νόσου του καρκίνου μαστού. Κατανοούμε τη βιολογική σημασία του προβλήματος, και την πολυπαραγοντική αιτιολογία του και αντιλαμβανόμαστε την πολυποικιλότητά του (όλοι οι καρκίνοι δεν είναι ίδιοι).
Η καθιέρωση του προληπτικού ελέγχου υγιών γυναικών με μαστογραφία, αλλάζει δραματικά το προφίλ της νόσου και την έκβασή της.
Νέες τεχνολογίες προστίθενται στην απεικόνιση και διάγνωση καρκίνου μαστού.
Η ανακάλυψη ολοένα και περισσότερων βιοδεικτών αποκωδικοποιεί την ετερογένεια του καρκίνου του μαστού που πλέον ταξινομείται σε διαφορετικές ομάδες με διαφορετική πρόγνωση και αντιμετώπιση.
Αυτό οδηγεί στην ανάπτυξη νέων στοχευμένων και πιο εξατομικευμένων θεραπειών για καρκίνο μαστού.
Η χειρουργική γίνεται συνεχώς λιγότερο επεμβατική, ενώ η κλινική ογκολογία διαδραματίζει πρωταρχικό ρόλο στη συνολική αντιμετώπιση ενός προβλήματος που δεν αφορά μόνο το μαστό αλλά όλο το σώμα.
Η αδιάκοπη έρευνα προσθέτει συνεχώς νέα και αποτελεσματικότερα φάρμακα στην ογκολογική φαρέτρα (χημειοθεραπεία, ορμονοθεραπεία, ανοσοθεραπεία, άλλες στοχευμένες θεραπείες) για καρκίνο μαστού.
Η ακτινοθεραπεία βελτιώνεται και γίνεται πιο ωφέλιμη για την ασθενή. Η ανακάλυψη των μεταλλάξεων των γονιδίων BRCA1 και BRCA2, στις οποίες οφείλεται ο κληρονομούμενος καρκίνος του μαστού και των ωοθηκών, ανοίγει το δρόμο στην κατανόηση του γενετικού μυστηρίου της νόσου και στη χάραξη στρατηγικών προφύλαξης.
Η σημαντικότερη, όμως, εξέλιξη που συντελείται είναι η βαθιά πλέον επίγνωση πως ο καρκίνος του μαστού δεν είναι απλά μία ασθένεια αλλά ένα κοινωνικό πρόβλημα με πολλές σωματικές, ψυχικές και οικονομικές προεκτάσεις.
Οι σύγχρονες κοινωνίες οργανώνουν προγράμματα πρόληψης και προφύλαξης και ταυτόχρονα προωθούν το σχεδιασμό για την αποτελεσματική αντιμετώπισή του καρκίνου μαστού: τη δημιουργία εξειδικευμένων διεπιστημονικών κέντρων μαστού.
Η αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού ξεπερνάει τα όρια «ενός θεράποντος ιατρού» και γίνεται ευθύνη ολόκληρης επιστημονικής ομάδας, η οποία αποτελείται από όλες τις ειδικότητες που εμπλέκονται στη διάγνωση και τη θεραπεία.
Η αντίληψη αυτή αποτυπώνεται πλέον σε οδηγίες εθνικών αλλά και διεθνών οργανισμών, που απαιτούν η αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού να γίνεται μέσα από οργανωμένα κέντρα, για να εξασφαλίζεται η καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση των ασθενών.