
Συχνότητα και τύποι γευμάτων για βρέφη και παιδιά
Γράφουν ο Δημήτρης Παπαδημητρίου, Παιδο-ενδοκρινολόγος, Διευθυντής Τμήματος Παιδιατρικής -Εφηβικής Ενδοκρινολογίας & Διαβήτη, Παιδιατρικό Κέντρο Αθηνών και η Κυριακή Απέργη, Διαιτολόγος - Διατροφολόγος, Επιστημονικός Συνεργάτης Τμήματος Παιδιατρικής – Εφηβικής Ενδοκρινολογίας και Διαβήτη, Παιδιατρικό Κέντρο Αθηνών
Η ισορροπημένη διατροφή αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα για τη διατήρηση της ψυχοσωματικής υγείας, σε κάθε ηλικία. Ένας τρόπος σίτισης ανεπαρκής σε ποιότητα και ποσότητα, με γεύματα ακατάλληλης συχνότητας μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην υγεία και την ανάπτυξη των παιδιών, ιδίως στα πρώτα δύο χρόνια ζωής, ενώ η πρώιμη παιδική ηλικία είναι μία κρίσιμη στιγμή για την καθιέρωση διατροφικών προτιμήσεων και συνηθειών.
Οι παγκόσμιοι οργανισμοί συστήνουν ότι ο αποκλειστικός θηλασμός θα πρέπει να προωθείται τουλάχιστον μέχρι τους 4 μήνες (17 εβδομάδες, αρχή του 5ου μήνα ζωής), ενώ ο στόχος θα πρέπει να είναι αποκλειστικός θηλασμός για περίπου 6 μήνες (26 εβδομάδες, αρχή του 7ου μήνα). Τα συμπληρωματικά τρόφιμα (στερεά και άλλα υγρά εκτός του μητρικού γάλακτος ή της βρεφικής τροφής) δεν πρέπει να εισαχθούν, πριν από τους 4 μήνες, αλλά η έναρξη τους δεν πρέπει να καθυστερήσει πέραν των 6 μηνών.
Η εισαγωγή στερεών τροφών είναι απαραίτητη τόσο για θρεπτικούς, όσο για αναπτυξιακούς λόγους και αποτελεί ένα σημαντικό μεταβατικό στάδιο από τη σίτιση με γάλα στα τρόφιμα, που καταναλώνει η οικογένεια. Η περίοδος εισαγωγής στερεών τροφών είναι μία περίοδος, που χαρακτηρίζεται από γρήγορη σωματική και διανοητική ανάπτυξη, επιτρέποντας στα βρέφη να γίνουν σταδιακά πιο ανεξάρτητα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, τα βρέφη εμφανίζουν ταχεία πρόοδο στις γλωσσικές τους δεξιότητες, την κοινωνική ευαισθητοποίηση και τη γνωστική ικανότητα για προσοχή και μάθηση, ενώ, επίσης, είναι πιο ευαίσθητα σε ελλείψεις θρεπτικών συστατικών. Σε αυτήν την περίοδο υπάρχουν σημαντικές διατροφικές αλλαγές με έκθεση σε νέα τρόφιμα, γεύσεις και εμπειρίες σίτισης.
Στα βρέφη πρέπει να προσφέρονται τρόφιμα με ποικίλες γεύσεις και υφές, συμπεριλαμβανομένων των πικρών και των ξινών. Ο θηλασμός συνιστάται να συνεχίζεται παράλληλα με την εισαγωγή στερεών, ενώ το αγελαδινό γάλα δε θα πρέπει να χρησιμοποιείται, πριν από την ηλικία των 12 μηνών. Τα κοινά αλλεργιογόνα τρόφιμα μπορούν να εισαχθούν οποιαδήποτε στιγμή, μετά τους 4 μήνες και, παραδόξως, τα βρέφη με υψηλό κίνδυνο αλλεργίας στα φιστίκια- αραχίδες- (με σοβαρό έκζεμα, αλλεργία στα αυγά ή και τα δύο) θα πρέπει κάνουν εισαγωγή στα φιστίκια (αλεσμένα) μεταξύ 4 και 11 μηνών, μετά από κατάλληλη αξιολόγηση από εκπαιδευμένο ειδικό. Η γλουτένη (σιτάρι, κριθάρι, σίκαλη, βρώμη) μπορεί να εισαχθεί μεταξύ 4 και 12 ετών, αλλά η κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων θα πρέπει να αποφευχθεί, κατά τη βρεφική ηλικία. Όλα τα βρέφη θα πρέπει να λαμβάνουν συμπληρωματική τροφή πλούσια σε σίδηρο, συμπεριλαμβανομένων προϊόντων με βάση το κρέας και / ή ενισχυμένα με σίδηρο τρόφιμα. Επίσης, δεν πρέπει να προστεθεί ζάχαρη ή αλάτι στην τροφή και οι χυμοί φρούτων ή σακχαρούχα ποτά θα πρέπει να αποφεύγονται κάτω του έτους. Η βέγκαν διατροφή μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο υπό την κατάλληλη ιατρική ή διαιτητική επίβλεψη και οι γονείς θα πρέπει να έχουν υπόψη τον πιθανό κίνδυνο και τις σοβαρές συνέπειες πιθανής διατροφικής έλλειψης, ακολουθώντας τις συμβουλές για την κατάλληλη συμπλήρωση της διατροφής.
Καθημερινά, τα παιδιά άνω των 2 ετών θα πρέπει να καταναλώνουν 3 κύρια γεύματα (πρωινό, μεσημεριανό, βραδινό) και τουλάχιστον 1 ενδιάμεσο μικρογεύμα (δεκατιανό ή/και απογευματινό), σε σταθερές ώρες.
Το πρωινό αποτελεί σημαντικό γεύμα της ημέρας, με τη συστηματική κατανάλωση να σχετίζεται με πιο υγιεινές διατροφικές συνήθειες, με μειωμένη κατανάλωση τροφίμων πλούσιων σε ζάχαρη και λίπος και μικρότερη πιθανότητα εμφάνισης αυξημένου σωματικού βάρους. Αντίθετα, η παράλειψή του έχει συσχετιστεί με αίσθημα κόπωσης και μείωση της ικανότητας συγκέντρωσης, επηρεάζοντας την επίδοση στο σχολείο. Γαλακτοκομικά προϊόντα (γάλα, γιαούρτι, τυρί), δημητριακά, κατά προτίμηση ολικής άλεσης και φρούτα αποτελούν βασικά συστατικά ενός υγιεινού πρωινού.
Στο μεσημεριανό και βραδινό γεύμα, τα παιδιά θα πρέπει να καταναλώνουν ποικιλία από όλες τις ομάδες τροφίμων, ενώ το πρότυπο της Μεσογειακής Διατροφής (1-2 φορές όσπρια, 1-2 φορές λαδερά, 2 φορές ψάρι, 1-2 φορές λευκό κρέας, 1 φορά κόκκινο κρέας, ελαιόλαδο, ξηροί καρποί, δημητριακά ολικής άλεσης καθημερινά) αποτελεί ένα ιδανικό πλάνο για όλη την οικογένεια. Κάθε γεύμα είναι καλό να συνοδεύεται από σαλάτα λαχανικών (ωμή ή βραστή), να αποφεύγονται τα τηγανητά φαγητά, τα αναψυκτικά και το πολύ αλάτι.
Τα ενδιάμεσα μικρογεύματα (δεκατιανό και απογευματινό) πρέπει να καταναλώνονται 2,5-3 ώρες, μετά από κυρίως γεύμα, και ιδανικά να περιλαμβάνουν φρούτα, αυγό βραστό ή τυρί με ψωμί ή φρυγανιές, ανάλατους ξηρούς καρπούς, γιαούρτι, σπιτική πίτα ή κέικ. Τα τυποποιημένα σνακ και γλυκά καλό θα ήταν να καταναλώνονται το πολύ μέχρι 2-3 φορές την εβδομάδα.
Εκτός από το είδος των τροφίμων, σημασία έχει και η ποσότητα. Ενδεικτικά, οι προτεινόμενες αναλογίες σε ένα κυρίως γεύμα, ανάλογα με την ηλικία του παιδιού, είναι μία παλάμη για το κρέας-ψάρι, μία μπουνιά για πατάτα-ρύζι-ζυμαρικό, τρία δάκτυλα για τυρί, μία κλειστή χούφτα για ξηρούς καρπούς. Καθόλη τη διάρκεια της ημέρας, το παιδί θα πρέπει να έχει άμεση και οπτική πρόσβαση σε φρέσκο, δροσερό νερό.
Είναι πολύ σημαντικό, οι γονείς και οι φροντιστές του βρέφους και των μεγαλύτερων παιδιών, να ανταποκρίνονται στις ενδείξεις πείνας και κορεσμού του παιδιού τους και να αποφεύγουν τη σίτιση ως ανταμοιβή. Μην ξεχνάμε ότι οι γονείς και οι κηδεμόνες αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση για τη διατροφή του παιδιού τους και είναι σχεδόν αδύνατο ένα παιδί να μην ακολουθήσει τις συνήθειες που βλέπει.
Βιβλιογραφία:
Fewtrell, Jiri Bronsky, Cristina Campoy, Magnus Domello, Nicholas Embleton, Natas et al. Complementary Feeding: A Position Paper by the European Society for Paediatric Gastroenterology, Hepatology, and Nutrition (ESPGHAN) Committee on Nutrition Mary
Εθνικοί Διατροφικοί Οδηγοί Για Βρέφη, Παιδιά Και Έφηβους