
Όταν το φως του ήλιου γίνεται παγίδα: Τι κρύβεται πίσω από την “ηλιακή δηλητηρίαση”
Σωτηρία Ζάχου, Δερματολόγος, Διευθύντρια Τμήματος Σπίλων και Όγκων Δέρματος, Ιατρικό Π. Φαλήρου
Υπάρχει κάτι παραπλανητικά γοητευτικό σε μια ζεστή καλοκαιρινή ημέρα με ανεμπόδιστο ήλιο. Κι όμως, η ίδια αυτή αίσθηση ευφορίας μπορεί, μερικές ώρες αργότερα, να μετατραπεί σε έντονη δυσφορία, πόνο και εξάντληση. Το κοκκίνισμα στο δέρμα που αρχικά μοιάζει αθώο, μπορεί να εξελιχθεί σε μια πιο σοβαρή αντίδραση του οργανισμού, γνωστή στο ευρύ κοινό ως «ηλιακή δηλητηρίαση».
Αν και δεν πρόκειται για επίσημο ιατρικό όρο, ο όρος αυτός περιγράφει με σχετική ακρίβεια μια κατάσταση όπου το σώμα αντιδρά έντονα στην υπερβολική έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία. Και δεν πρόκειται μόνο για έγκαυμα στο δέρμα. Σε πολλές περιπτώσεις εμφανίζονται συμπτώματα που θυμίζουν γρίπη: πονοκέφαλος, ρίγη, πυρετός, ναυτία, κόπωση, ακόμα και διαταραχές στη σκέψη ή τη συγκέντρωση. Το δέρμα, κόκκινο και επώδυνο, μπορεί να ξεφλουδίσει ή να εμφανίσει φουσκάλες — μια ένδειξη ότι έχουν πληγεί βαθύτερα στρώματα της επιδερμίδας.
Αυτό που συχνά αγνοείται είναι πως η έντονη αυτή αντίδραση στον ήλιο δεν περιορίζεται στο δέρμα , αλλά αντανακλά μια γενική απορρύθμιση και ένα “καμπανάκι” του οργανισμού. Όταν το δέρμα υπερθερμαίνεται, η φυσιολογική θερμορύθμιση απορυθμίζεται. Αν προστεθεί η αφυδάτωση —κάτι εξαιρετικά συχνό το καλοκαίρι— τότε η επιδείνωση είναι σχεδόν βέβαιη.
Τα συμπτώματα μπορεί να ξεκινήσουν αθώα, με ένα τσούξιμο ή κοκκίνισμα που υποτιμάται. Όμως αν εξελιχθούν σε φουσκάλες, ξηροστομία, ταχυκαρδία, υπνηλία ή ζάλη, τότε μιλάμε για κατάσταση που απαιτεί παρέμβαση. Ορισμένες περιπτώσεις χρειάζονται απλώς ενυδάτωση, δροσερό περιβάλλον και υπομονή. Άλλες όμως —ιδίως όταν υπάρχουν φουσκάλες, έντονος πόνος ή υποψία λοίμωξης— πρέπει να αντιμετωπίζονται από γιατρό.
Ορισμένοι άνθρωποι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο: όσοι έχουν ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα, όσοι παίρνουν φάρμακα που αυξάνουν τη φωτοευαισθησία (όπως ορισμένα αντιβιοτικά ή ρετινοειδή), άτομα με αυτοάνοσα νοσήματα, αλλά και όσοι έρχονται σε επαφή με φυτά που περιέχουν φωτοτοξικές ουσίες. Ναι, ακόμη και το σέλινο, ο μαϊντανός, το λεμόνι, το περγαμόντο ή το σύκο —φυσικά, φαινομενικά αθώα— μπορούν να προκαλέσουν φωτοδερματίτιδα αν το δέρμα εκτεθεί στον ήλιο αφού αγγίξουμε ή χρησιμοποιήσουμε τα αιθέρια έλαιά τους.
Όσο για την αντιμετώπιση; Ξεκινά με τα βασικά: επαρκής ενυδάτωση με νερό και ηλεκτρολύτες, δροσερές κομπρέσες, αποφυγή περαιτέρω έκθεσης στον ήλιο. Σε ορισμένες περιπτώσεις ενδείκνυνται ενυδατικές ή κορτιζονούχες κρέμες, αντιβιοτικά ή και παυσίπονα. Το πιο κρίσιμο, όμως, είναι να γνωρίζουμε πότε πρέπει να σταματήσουμε να αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα σαν “απλό έγκαυμα” και να ζητήσουμε ιατρική συμβουλή.
Σε αντίθεση με άλλες ιατρικές καταστάσεις, εδώ η πρόληψη είναι ξεκάθαρη, εφαρμόσιμη και μπορεί να αποτρέψει εντελώς την ταλαιπωρία: αντηλιακό ευρέος φάσματος με SPF τουλάχιστον 30, εφαρμογή πριν την έκθεση και επανάληψη κάθε δύο ώρες, αποφυγή έκθεσης τις μεσημεριανές ώρες, κατάλληλη ένδυση και φυσικά… σκιά. Δεν είναι υπερβολή. Είναι φροντίδα.
Ο ήλιος μπορεί να είναι πηγή ζωής, χαράς και ενέργειας. Αλλά και πηγή κινδύνου, όταν ξεχάσουμε να σεβαστούμε τη δύναμή του. Ειδικά το καλοκαίρι, ας μη συγχέουμε το μαύρισμα με την υγεία. Το δέρμα θυμάται. Κι εμείς οφείλουμε να το προστατεύουμε.




