Επείγοντα στην Eνδοκρινολογία
Γράφει ο Δρ. Δημήτρης Παπαδημητρίου, Παιδοενδοκρινολόγος, Διευθυντής του Τμήματος Παιδιατρικής – Εφηβικής Ενδοκρινολογίας και Διαβήτη του Παιδιατρικού Κέντρου Αθηνών
Στην παιδιατρική ενδοκρινολογία, τα επείγοντα μπορεί να προβάλλουν με μη ειδικά συμπτώματα, για αυτό και οι γονείς θα πρέπει να ενημερώνουν τον παιδίατρο για καθετί ασυνήθιστο ώστε να υπάρξει έγκαιρη παραπομπή και αντιμετώπιση του μικρού ασθενή.
Μία ιδιαίτερα επείγουσα κατάσταση είναι η διαβητική κετοξέωση, με την οποία συνήθως προβάλει ο νεανικός Σακχαρώδης Διαβήτης και μπορεί κάλλιστα να αποφευχθεί αν οι γονείς ή/και ο παιδίατρος αναγνωρίσουν τα πρώιμα σημάδια της πολυουρίας-πολυδιψίας, πολυφαγίας και της αδικαιολόγητης απώλειας βάρους. Με μια έγκαιρη απλή εξέταση σακχάρου αίματος είναι πιθανό ακόμα και να αποφευχθεί η νοσηλεία. Σε διαφορετική περίπτωση η κατάσταση μπορεί να εξελιχθεί ραγδαία και το παιδί να εμφανίσει κοιλιακό άλγος, ναυτία-εμέτους, γενική κατάπτωση, υπνηλία και διαταραχή του επιπέδου συνείδησης που μπορεί να φτάσει ως και το διαβητικό κώμα.
Πιο σπάνια αλλά εξίσου απειλητική για τη ζωή, ιδιάιτερα σε νεογνά και βρέφη, είναι η επινεφριδική ανεπάρκεια, η αδυναμία δηλαδή του επινεφριδίου να παράγει σωστά κορτιζόλη (απαραίτητη ορμόνη για την αντιμετώπιση του stress) και αλδοστερόνη (ρυθμίζει το Να και το Κ) . Οι αιτίες είναι πολλές, συγγενείς ή επίκτητες και μπορεί να οφείλονται σε βλάβη του ίδιου του επινεφριδίου ή των κέντρων του εγκεφάλου που ελέγχουν τη λειτουργία του. Η κλινική εικόνα μπορεί να περιλαμβάνει υπέρχρωση δέρματος (σαν να έχεις μαυρίσει από παρατεταμένη έκθεση στον ήλιο) ανορεξία, στασιμότητα βάρους, εμέτους, κόπωση και υπογλυκαιμία. Ο σωστός εργαστηριακός έλεγχος με ηλεκτρολύτες αίματος και επίπεδα επινεφριδικών-υποφυσιακών ορμονών επιβεβαιώνει τη διάγνωση. Βεβαίως η εύκολη κόπωση στην άσκηση, η ανεξήγητη απώλεια βάρους μαζί με ταχυκαρδία ή αίσθημα παλμών και δυσκολία στον ύπνο θα πρέπει να οδηγούν σε αποκλεισμό υπερθυρεοειδισμού. Στον αντίποδα, ο υποθυρεοειδισμός μπορεί να προκαλέσει από καθυστέρηση της ψυχοκινητικής ανάπτυξης και της σωματικής αύξησης, ως και ψυχολογικές διαταραχές με ανέκφραστο προσωπείο και εικόνα κατάθλιψης.
Η έγκαιρη αναγνώριση της υπογλυκαιμίας είναι κρίσιμης σημασίας, καθώς μπορεί να προκαλέσει εγκεφαλική βλάβη σύντομα μετά την έναρξη των συμπτωμάτων, ιδιαίτερα σε νεογέννητα και βρέφη. Για το λόγο αυτό, σε κάθε παιδί με σοβαρή νόσηση και επηρεασμένη γενική κατάσταση πρέπει να ελέγχονται τα επίπεδα του σακχάρου. Η διάγνωση της υπογλυκαιμίας θα καθυστερήσει αν δεν τη σκεφτούμε για οποιονδήποτε ασθενή παρουσιάζει επανειλημμένα ή έστω και ένα επεισόδιο διαταραχής της συνείδησης ή της συμπεριφοράς. Εάν υποπτευθούμε υπογλυκαιμία – την οποία μπορούμε να αποδείξουμε εύκολα με την μέτρηση τριχοειδικού σακχάρου με φορητό μετρητή στο δάκτυλο του παιδιού - θα πρέπει άμεσα να προβούμε σε αιμοληψία με συνοδό ορμονικό και μεταβολικό έλεγχο πριν αρχίσει η διόρθωσή της ώστε να τεθεί σωστά και η αιτιολογική διάγνωση που θα οδηγήσει και στη σωστή αντιμετώπισή της.