Ενδομητρίωση

Στην ενδομητρίωση, ο ιστός που επικαλύπτει την κοιλότητα της μήτρας (ενδομήτριο) αναπτύσσεται και σε άλλα, έκτοπα μέρη της κοιλιάς. Έτσι, η ενδομητρίωση μπορεί να αναπτυχθεί στον τράχηλο της μήτρας, τις σάλπιγγες, τους συνδέσμους της μήτρας, τις ωοθήκες, το περιτόναιο και τον κόλπο. Ορισμένες φορές μάλιστα βρίσκεται πάνω σε μη γεννητικά όργανα, όπως π.χ στην ουροδόχο κύστη ακόμα και στους πνεύμονες. Κύρια χαρακτηριστικά της νόσου είναι οι έντονοι πυελικοί πόνοι, η αυξημένη ροή αίματος κατά την περίοδο ενώ συνδέεται και με προβλήματα υπογονιμότητας. Η νόσος σε σημαντικό ποσοστό γυναικών μπορεί να παραμείνει αδιάγνωστη  επί πολλά χρόνια.

Η διάγνωση της νόσου ξεκινά με την κλινική εξέταση και στη συνέχεια μπορεί να πραγματοποιηθούν ειδικές εξετάσεις:

  • Eνδοκολπικό υπερηχογράφημα για τον εντοπισμό κύστεων ενδομητρίωσης στις ωοθήκες.
  • Yστεροσαλπιγγογραφία για να εντοπιστούν πιθανά στοιχεία όπως η ελλιπής διαβατότητα των σαλπίγγων της μήτρας.
  • Η μαγνητική τομογραφία αποδεικνύεται πολύ αξιόπιστη στις αλλοιώσεις μεταξύ μήτρας και εντέρου.
  • Η διαγνωστική λαπαροσκόπηση είναι η εξέταση εκλογής για τη διάγνωση της ενδομητρίωσης

Η θεραπεία της νόσου περιλαμβάνει τις κάτωθι επιλογές και αποφασίζεται ανά περίπτωση:

Η ορμονοθεραπεία που συνίσταται στο μπλοκάρισμα της περιόδου είτε στη χορήγηση προγεσταγόνων

Η χειρουργική θεραπεία επιτρέπει την αφαίρεση ή την καταστροφή με ηλεκτροδιαθερμία των εστιών της ενδομητρίωσης. Αυτή η επέμβαση μπορεί να γίνει λαπαροσκοπικά (δηλ. χωρίς τομή).

Υστεροσκόπηση

Η υστεροσκόπηση μας επιτρέπει να εξετάσουμε την κοιλότητα της μήτρας μέσω ενός λεπτού οργάνου (υστεροσκόπιο) συνδεδεμένου με μια κάμερα. Η διαγνωστική αλλά και επεμβατική υστεροσκόπηση αποσκοπούν στη διάγνωση και τη θεραπεία παθολογικών καταστάσεων της ενδομητρικής κοιλότητας. Στην περίπτωση της  επεμβατικής υστεροσκόπησης αντιμετωπίζουμε ορισμένες από τις παθολογίες της μήτρας όπως πολύποδες του τραχήλου, ινομυώματα κ.α

Υστερεκτομή

Η υστερεκτομή συνίσταται στη χειρουργική αφαίρεση της μήτρας. Αν η ασθενής ήταν εμμηνοπαυσιακή πριν από την επέμβαση, η υστερεκτομή δεν προκαλεί καμιά ιδιαίτερη μεταβολή παρά μόνο την εξαφάνιση των συμπτωμάτων τα οποία είχαν καταστήσει αναγκαία την επέμβαση.

Στην περίπτωση που η ασθενής δεν ήταν εμμηνοπαυσιακή και οι ωοθήκες δεν αφαιρεθούν, η υστερεκτομή προκαλεί εξαφάνιση της περιόδου και απουσία δυνατότητας εγκυμοσύνης, όμως ο ορμονικός κύκλος συνεχίζεται. Αν όμως οι ωοθήκες αφαιρεθούν, η υστερεκτομή προκαλεί εμμηνόπαυση η οποία θα διορθωθεί χάρη σε ορμονοθεραπεία υποκατάστασης.