Νευρολογικές εκφυλιστικές νόσοι
Η διερεύνηση άνοιας και η διαφορική διάγνωση μεταξύ διαφόρων τύπων άνοιας όπως η νόσος Alzheimer, η άνοια Lewy bodies, η άνοια νόσου Πάρκινσον, η μετωποκροταφική και η αγγειακού τύπου άνοια, αποτελούν σημαντικές ενδείξεις της σπινθηρογραφικής μελέτης της περιοχικής αιμάτωσης του εγκεφάλου.
Τα χρησιμοποιούμενα ραδιοφάρμακα περνούν τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό και διαχέονται στο εγκεφαλικό παρέγχυμα δίνοντάς μας το σπινθηρογραφικό χάρτη αιμάτωσης.
Ανάλογα με την εντόπιση και την έκταση των υποαιματούμενων περιοχών, μπορούμε να υποδείξουμε τον πιθανότερο τύπο άνοιας.
Με τη χρήση ειδικών πρωτοκόλλων επεξεργασίας Talairach των σπινθηρογραφικών δεδομένων και με τη βοήθεια της μαγνητικής τομογραφίας, μπορεί να γίνει ποσοτική εκτίμηση των υποαιματούμενων περιοχών.
Η διερεύνηση των Παρκινσονικών συνδρόμων και κυρίως η διαφορική διάγνωσή τους από τον Ιδιοπαθή τρόμο αποτελεί αντικείμενο του σπινθηρογραφήματος βασικών γαγγλίων με τη χρήση του DaTSCAN.
Μπορούμε εν προκειμένω να αναδείξουμε την ύπαρξη ή όχι εκφύλισης στο επίπεδο των δοπαμινεργικών νευρικών απολήξεων στο ραβδωτό σώμα, ώστε να υποδείξουμε την ύπαρξη ή όχι Παρκινσονικού συνδρόμου, το βαθμό εξέλιξής του και να παρακολουθήσουμε την πορεία του κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
Σημαντικός επίσης είναι ο ρόλος του σπινθηρογραφήματος αιμάτωσης εγκεφάλου στον εντοπισμό εστίας επιληψίας, με τον περιορισμό της απαραίτητης χορήγησης του ραδιοφαρμάκου κατά τη διάρκεια της επιληπτικής κρίσης.
Ο ασθενής θα πρέπει να νοσηλεύεται και να είναι υπό ηλεκτρο-εγκεφαλογραφική παρακολούθηση, ώστε να ανιχνευτεί η έναρξη της επιληπτικού επεισοδίου.
Εδώ, σημαντική είναι η βοήθεια που μπορεί να παρέχει η μελέτη μεταβολισμού με FDGPET, όπου κύρια διαφορά είναι η δυνατότητα μελέτης και εντοπισμού της επιληπτογόνου εστίας σε φάση ηρεμίας.
Τέλος, μία σημαντική εφαρμογή των μεθόδων Πυρηνικής Ιατρικής είναι η ραδιοϊσοτοπική δεξαμενογραφία, κατά την οποία ενίεται κατάλληλο ραδιοφάρμακο δια οσφυονωτιαίας παρακέντησης ή δια υφιστάμενης βαλβίδας υδροκεφάλου στην κοιλότητα του εγκεφαλονωτιαίου υγρού, με σκοπό την ανίχνευση διαφυγής εγκεφαλονωτιαίου υγρού μετά από κρανιοεγκεφαλική κάκωση, τη διερεύνηση βατότητας βαλβίδων παροχέτευσης εγκεφαλονωτιαίου υγρού σε ασθενείς με υδροκέφαλο ή μετά από νευροχειρουργικές επεμβάσεις, καθώς και για τον έλεγχο επικοινωνούντος υδροκεφάλου.