Νεφρολογικές παθήσεις

Το σπινθηρογράφημα νεφρών με DMSA έχει ένδειξη στον έλεγχο ουρολοιμώξεων του ανώτερου ουροποιητικού σε οξεία φάση, αλλά κυρίως 6 μήνες μετά το επεισόδιο λοίμωξης με σκοπό την ανίχνευση μόνιμων παρεγχυματικών βλαβών του νεφρικού φλοιού.

Η μέθοδος έχει ευρεία εφαρμογή στην παιδική και βρεφική ηλικία. Στους ενήλικες ενδείκνυται κυρίως για την ποσοτικοποίηση της λειτουργίας εκάστου νεφρού και τον υπολογισμό της σχετικής συμμετοχής εκάστου νεφρού στη συνολική νεφρική λειτουργία, για παράδειγμα επί τυχαία ανευρεθέντος μικρού ή υδρονεφρωτικού νεφρού, καθώς και για την αναζήτηση έκτοπου νεφρού.

Το ραδιενεργό νεφρόγραμμα ή δυναμική μελέτη νεφρών με DTPA ή MAG-3 αναδεικνύει την αιμάτωση, τη διηθητική, σπειραματική ή σωληναριακή λειτουργία και την αποχετευτική λειτουργία των νεφρών.

Είναι η μέθοδος εκλογής για τον έλεγχο αποφρακτικής ουροπάθειας, καθώς μπορεί να αναδείξει εάν η παρουσία διατεταμένου υδρονεφρωτικού νεφρού οφείλεται σε λειτουργική ή μηχανική απόφραξη.

Χρησιμοποιείται για την παρακολούθηση ασθενών μετά επεμβάσεις αποκατάστασης στένωσης της πυελο-ουρητηρικής συμβολής. Επίσης το ραδιενεργό νεφρόγραμμα χρησιμοποιείται για τη μελέτη λειτουργικότητας μεταμοσχευμένου νεφρού.

Η δοκιμασία καπτοπρίλης δεν είναι άλλο από ένα νεφρόγραμμα μετά χορήγηση καπτοπρίλης με σκοπό την διερεύνηση ύπαρξης νεφραγγειακής αιτιολογίας υπέρτασης.

Η στένωση της νεφρικής αρτηρίας είναι συχνό εύρημα σε άτομα χωρίς υπέρταση και είναι δυνατόν να συνυπάρχει σε υπερτασικά άτομα, χωρίς να αποτελεί και την αιτία υπέρτασης.

Ο σκοπός της δοκιμασίας είναι να ανευρεθούν τα άτομα που έχουν σαν αιτία της υπέρτασης τη στένωση της νεφρικής αρτηρίας και να προβλεφθεί το ιάσιμο ή όχι μετά από ενδεχόμενη επέμβαση.

Παράλληλα με τις δυναμικές μελέτες με DTPA, μπορεί να γίνει προσδιορισμός του ρυθμού σπειραματικής διήθησης (GFR), που αποτελεί τον καλύτερο απόλυτο δείκτη νεφρικής λειτουργίας.

Τέλος, σημαντικός είναι ο ρόλος της άμεσης ραδιοϊσοτοπικής κυστεογραφίας στα παιδιά, με σκοπό τη διερεύνηση ύπαρξης και την παρακολούθηση κυστεο-ουρητηρικής παλινδρόμησης με τη μικρότερη, σχεδόν αμελητέα, ακτινοβόληση του παιδιού.