Μονάδα Παχυσαρκίας
Η παχυσαρκία αποτελεί ένα χρόνιο νόσημα που χαρακτηρίζεται από υπερβολική συσσώρευση λίπους οδηγώντας σε δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία όπως ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, η δυσλιπιδαιμία, η αρτηριακή υπέρταση, η λιπώδης διήθηση του ήπατος αλλά και ο αυξημένος κίνδυνος τόσο για καρδιαγγειακά συμβάματα όσο και για κακοήθειες. Η αντιμετώπισή της περιλαμβάνει τη μείωση του σωματικού βάρους μέσω της επίτευξης αρνητικού ισοζυγίου θερμίδων: αυξάνοντας τη σωματική δραστηριότητα και μειώνοντας τη πρόσληψη τροφής.
Ωστόσο, οι περισσότεροι ασθενείς που πάσχουν από παχυσαρκία, πάρα τις συστηματικές και πολυετείς προσπάθειες, εμφανίζουν μικρή απώλεια του υπερβάλλοντος βάρους χωρίς βοήθεια με φαρμακολογική ή χειρουργική παρέμβαση (βαριατρική /μεταβολική χειρουργική). Αλλά ακόμα και αν επιτύχουν σημαντική μείωση του σωματικού βάρους, ένα σημαντικό ποσοστό ατόμων επιστρέφει στο αρχικό του βάρος εντός 2-5 ετών.
Η κλινική προσέγγιση των ατόμων που ζουν με παχυσαρκία και υπέρβαρο περιλαμβάνει αρχικά την εκτίμηση της ενεργειακής δαπάνης των ασθενών μέσω της μέτρησης του βασικού μεταβολικού ρυθμού με ειδική συσκευή, αλλά και τον υπολογισμό των λοιπών ημερήσιων ενεργειακών δαπανών. Το παραπάνω είναι απαραίτητο για τον υπολογισμό του ενεργειακού ισοζυγίου (ισοζύγιο δαπάνης ενέργειας και πρόσληψης τροφής). Στη συνέχεια, οι ασθενείς αξιολογούνται για τις συννοσηρότητες της παχυσαρκίας και κατόπιν γίνεται η σταδιοποίηση των ασθενών και κατά αυτόν τον τρόπο καταρτίζεται η σωστή αντιμετώπιση της νόσου της παχυσαρκίας.
Η χορήγηση φαρμακευτικής θεραπείας έχει ένδειξη ως συμπληρωματική αγωγή σε δίαιτα χαμηλών θερμίδων και αυξημένη σωματική δραστηριότητα με σκοπό τη διαχείριση του βάρους σε ασθενείς με δείκτη μάζας σώματος ≥30 kg/m2 ή ≥27 kg/m2 με παρουσία τουλάχιστον μίας συννοσηρής πάθησης σχετιζόμενης με το βάρος, όπως π.χ. δυσγλυκαιμία (προδιαβήτης ή σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2), αρτηριακή υπέρταση, δυσλιπιδαιμία ή αποφρακτική άπνοια ύπνου κ.λπ. Η θεραπεία οφείλει να αξιολογείται και να διακόπτεται από τον θεράποντα ιατρό εάν οι ασθενείς δεν έχουν χάσει τουλάχιστον 5% του αρχικού σωματικού βάρους τους σε ορισμένο διάστημα.
Η λήψη φαρμακευτικής αγωγής έχει ένδειξη σε ασθενείς με παχυσαρκία που δεν μπορούν να επιτύχουν επαρκή απώλεια βάρους μέσω των αλλαγών στον τρόπο ζωής. Τα φάρμακα για τη θεραπεία της παχυσαρκίας λειτουργούν μέσω των ακόλουθων μηχανισμών: (1) μείωση της πείνας και αύξηση του κορεσμού και, συνεπώς, της πρόσληψη ενέργειας, (2) αύξηση της ενεργειακής δαπάνης (3) μείωση της απορρόφησης θερμίδων ή συνδυασμός των προαναφερθέντων.
1. Gouni-Berthold I, Berthold HK. Current Options for the Pharmacotherapy of Obesity. Curr Pharm Des. 2019;25(18):2019-2032.
2. Tsilingiris D, Liatis S, Dalamaga M, Kokkinos A. The Fight Against Obesity Escalates: New Drugs on the Horizon and Metabolic Implications. Curr Obes Rep. 2020 Jun;9(2):136-149.
3. Pilitsi E, Farr OM, Polyzos SA, Perakakis N, Nolen-Doerr E, Papathanasiou AE, Mantzoros CS. Pharmacotherapy of obesity: Available medications and drugs under investigation. Metabolism. 2019 Mar;92:170-192.
Η Μονάδα Παχυσαρκίας του Ιατρικού Κέντρου Αθηνών έχει πιστοποιηθεί από την Ευρωπαϊκή Εταιρεία Παχυσαρκίας (EASO: European Association for the Study of Obesity) ως Κέντρο Διαχείρισης της Παχυσαρκίας - EASO Αccredited Collaborating Centre for Obesity Management (COM)