Κλάδος - Χαρακτηριστικά

Κλάδος

Το «Ιατρικό Αθηνών» δραστηριοποιείται στον Κλάδο της Υγείας (ΣΤΑΚΟΔ 851.1) - Νοσοκομειακές δραστηριότητες.

Θέση της ΙΑΤΡΙΚΟ ΑΘΗΝΩΝ Ε.Α.Ε. στον κλάδο

Η Ιατρικό Αθηνών Ε.Α.Ε. κατέχει την πρώτη θέση, ως προς τον κύκλο εργασιών, στο σύνολο των ιδιωτικών κλινικών – θεραπευτηρίων, με μερίδιο αγοράς (2008) της τάξης του 21%, όταν ο αμέσως επόμενος στην κατάταξη διεκδικεί μερίδιο αγοράς μόλις 10%. Επιπρόσθετα και πέρα των οικονομικών στοιχείων, η Εταιρία κατέχει κορυφαία θέση στον κλάδο και από πλευράς αποδοτικότητας, κύρους και επιπέδου υπηρεσιών, ενώ το 2009, μέσα από την ανεξάρτητη διεθνή έρευνα GLOBAL PULSE 2009, ανακηρύχθηκε η εταιρία με την καλύτερη φήμη στον κλάδο ιατρικών υπηρεσιών στην Ελλάδα (φήμη που αφορά σε: Προϊόντα / Υπηρεσίες, Καινοτομία, Κοινωνική Υπευθυνότητα, Εταιρική Διακυβέρνηση, Εργασιακό Περιβάλλον, Ηγεσία και Οικονομική Ευρωστία) και αναδείχθηκε πέμπτη εταιρία με την καλύτερη φήμη παγκοσμίως.

Πλεονεκτήματα έναντι του ανταγωνισμού:

Πρωτοβάθμια Περίθαλψη

- Ολοκληρωμένο δίκτυο υπηρεσιών σε όλη την Ελλάδα
- 24ωρη λειτουργία
- Excess capacity
- Ανταγωνιστική τιμολογιακή πολιτική
- Ποιότητα υπηρεσιών
- Ποσοστό εσόδων από εξωτερικούς ασθενείς το 2008: 16,0% (44.556 ασθενείς)
- Στόχος: 20-25% (=Ευρωπαϊκός μέσος όρος)

Δευτεροβάθμια Περίθαλψη

- Market Leader με μερίδιο αγοράς (2008) της τάξης του 21%
- Προσφορά του συνόλου των υπηρεσιών, Γενική Κλινική
- Ποιοτικές υπηρεσίες υγείας
- Δίκτυο νοσοκομείων υψηλών προδιαγραφών
- Έμπειρο Management
- Τεχνολογία Αιχμής

(πηγή οικονομικών στοιχείων: Γ.Γ. Ε.Σ.Υ.Ε, Κλαδικές μελέτες 2009)

Γενικά Στοιχεία για τον Κλάδο

Ο κλάδος της Υγείας στην Ελλάδα χωρίζεται σε δύο κύριους τομείς παροχής υπηρεσιών περίθαλψης την Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια περίθαλψη.

Πρωτοβάθμια περίθαλψη

Η Πρωτοβάθμια περίθαλψη (εξωνοσοκομειακή περίθαλψη) καλύπτει τις υπηρεσίες εκείνες που αφορούν την πρόληψη και διάγνωση της νόσου, χωρίς να απαιτείται η παραμονή του ασθενούς στο νοσοκομείο. Η συγκεκριμένη περίθαλψη πραγματοποιείται τόσο από το δημόσιο
(κέντρα υγείας, εξωτερικά ιατρεία νοσοκομείων και ασφαλιστικών ταμείων), όσο και από τον ιδιωτικό τομέα (ιδιωτικά ιατρεία, μικροβιολογικά εργαστήρια, διαγνωστικά κέντρα, εξωτερικά ιατρεία ιδιωτικών θεραπευτηρίων).

Θεσμικό πλαίσιο

Τα πρώτα μικροβιολογικά και ακτινολογικά εργαστήρια έκαναν την εμφάνιση τους επίσημα πριν από περίπου 40 χρόνια, ενώ τα διαγνωστικά κέντρα, προϊόν της μετεξέλιξης των εργαστηρίων, κάνουν την εμφάνιση τους από το 1980 και μετά, κυρίως ως αποτέλεσμα της απαγόρευσης της δημιουργίας ιδιωτικών κλινικών, καθώς οι επιχειρηματίες γιατροί έστρεψαν το ενδιαφέρον τους στη δημιουργία διαγνωστικών κέντρων. Ιδιαίτερα ραγδαία ήταν η ανάπτυξη των διαγνωστικών κέντρων στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.

Στοιχεία Αγοράς (2008)

- Μέγεθος Αγοράς: 347,8 εκ. ευρώ.
- 3 μεγάλοι παίκτες (πραγματοποιούν το 40,4% του συνολικού τζίρου).
- Οι συνολικές πωλήσεις των εταιριών πρωτοβάθμιας περίθαλψης σημείωσε, το 2008, αύξηση της τάξης του 7,7% σε σχέση με το 2007.

(πηγή οικονομικών στοιχείων: Γ.Γ. Ε.Σ.Υ.Ε, Κλαδικές μελέτες 2009)

Ειδικά χαρακτηριστικά αγοράς

- Τα περιθώρια κερδοφορίας είναι υψηλότερα από τη δευτεροβάθμια περίθαλψη.
- Υπάρχει πολύ μεγάλος αριθμός μικρών μονάδων. Σύμφωνα με τις πηγές της αγοράς, εκτιμάται ότι στην Ελλάδα λειτουργούν περισσότερα από 400 ιατρικά διαγνωστικά κέντρα.
- Η ποιότητα των προσφερομένων υπηρεσιών είναι πολλές φορές χαμηλή.

Οι τάσεις

- Η γήρανση του πληθυσμού, η εμφάνιση νέων ασθενειών, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου και η αυξανόμενη συνειδητοποίηση σχετικά με την αξία της προληπτικής ιατρικής, οδηγούν σε αύξηση της ζήτησης για ποιοτικές υπηρεσίες υγείας και σε ανάπτυξη της πρωτοβάθμιας υγείας.
- Η ζήτηση υπηρεσιών υγείας ακολουθεί τη συγκέντρωση του πληθυσμού στις μεγαλουπόλεις και κυρίως στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.
- Η αύξηση του ποσοστού των οικονομικών μεταναστών (εκτιμάται στο 10% του πληθυσμού) αλλάζει σημαντικά τη σύνθεση της ζήτησης υπηρεσιών υγείας.
- Τα τελευταία χρόνια η έντονη ζήτηση για εξειδικευμένες και αναβαθμισμένες διαγνωστικές υπηρεσίες οδήγησε τις μεγάλες μονάδες του κλάδου στην υλοποίηση σημαντικών επενδυτικών σχεδίων για τον εξοπλισμό τους.

Δευτεροβάθμια περίθαλψη

Η Δευτεροβάθμια περίθαλψη καλύπτει τις υπηρεσίες προς ασθενείς που νοσηλεύονται σε Κλινικές ή νοσοκομεία. Οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται με τις ακόλουθες μορφές θεραπευτηρίων:
- Δημόσια νοσοκομεία που χρηματοδοτούνται από το κράτος και ολιγάριθμα ανεξάρτητα θεραπευτήρια (ευρύτερος δημόσιος τομέας) που επιχορηγούνται από το κράτος (καλύπτουν το 72,7% των συνολικών νοσοκομειακών κλινών) και
- Ιδιωτικές κλινικές, που λειτουργούν ως ανεξάρτητες οικονομικές μονάδες (καλύπτουν το 27,3% των διαθέσιμων κλινών).

Θεσμικό Πλαίσιο

Τη δεκαετία του 80, ο κλάδος των ιδιωτικών κλινικών περιορίστηκε σημαντικά, κυρίως λόγω της ακολουθούμενης πολιτικής που στόχευε στην ενίσχυση του νεοσύστατου, τότε, Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ). Ειδικότερα, με βάση το νόμο 1397/83 είχε σταματήσει η χορήγηση
αδειών για ίδρυση νέων κλινικών ή επέκταση υφιστάμενων. Έτσι, τη δεκαετία που ακολούθησε αυξήθηκαν τα δημόσια νοσοκομεία την ίδια στιγμή που μειωνόταν ο αριθμός των αντίστοιχων ιδιωτικών θεραπευτηρίων.
Μια δεκαετία αργότερα, με το Προεδρικό Διάταγμα 247/91, επιτράπηκε ξανά η ίδρυση, λειτουργία και μεταβίβαση ιδιωτικών κλινικών, καθώς επίσης και η δημιουργία ανεξάρτητων διαγνωστικών μονάδων μέσα σε αυτές. Παράλληλα με το παραπάνω ΠΔ, το ΠΔ 517/91 θέτει νέες, αυστηρότερες προδιαγραφές οικοδομής και εξοπλισμού των ιδιωτικών κλινικών. Είναι σαφές πως το πολύπλοκο και αυστηρό ισχύον θεσμικό πλαίσιο δεν βοηθάει την ίδρυση νέων και ιδιαίτερα μικρών ιατρικών εταιριών.

Στοιχεία αγοράς (2008)

Το 2007 (η πιο πρόσφατη χρονιά για την οποία υπάρχουν σχετικά δημοσιευμένα στοιχεία), η κατανομή των θεραπευτηρίων (δευτεροβάθμια περίθαλψη) έχει ως ακολούθως:

Σε σύνολο 313 Νοσοκομείων, το 54% (167) είναι ιδιωτικά και το 46% (146) είναι δημόσια ή ευρύτερου δημόσιου τομέα.

Αντίστοιχα, ο αριθμός των κλινών, την ίδια χρονιά, αναλύεται ως ακολούθως: Σε σύνολο 53.888 κλινών, το 27,3% (14.707) αφορούν ιδιωτικά θεραπευτήρια και το 72,7% (39.181) αφορούν δημόσια νοσοκομεία ή νοσοκομεία του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

Στην Αττική, όπου συγκεντρώνεται το 33% των Νοσοκομείων της χώρας και το 42% των κλινών, η κατανομή έχει ως ακολούθως:
Σε σύνολο 103 Νοσοκομείων, το 58% (60) είναι ιδιωτικά και το 42% (40) είναι δημόσια ή ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Αντίστοιχα, σε σύνολο 22.652 κλινών, το 31,8% (7.211) αφορά ιδιωτικά θεραπευτήρια και το 68,2% (15.441) αφορά δημόσια νοσοκομεία ή νοσοκομεία του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Η αγορά των ιδιωτικών κλινικών εμφανίζει τη μεγαλύτερη αύξηση κατά την περίοδο 1998 – 2008 με μέσο ετήσιο ρυθμό 16,3%. Ειδικότερα, το 2008 η αξία της συγκεκριμένης αγοράς εκτιμάται σε 1.330 εκατ. € έναντι 1.190 εκατ. € το 2007 (αύξηση 11,8%).

(πηγή οικονομικών στοιχείων: Γ.Γ. Ε.Σ.Υ.Ε, Κλαδικές μελέτες 2009)

Ειδικά χαρακτηριστικά αγοράς

- Αγορά με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
- Ανεπαρκές σύστημα δημόσιας υγείας με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλο περιθώριο για την ιδιωτική πρωτοβουλία.
- Ιδιωτική Υγεία δυο ταχυτήτων.
- Αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο διέπει την κατασκευή νέων νοσοκομειακών μονάδων.
- Έλλειψη τεχνογνωσίας.
- Υπο-ασφαλισμένος πληθυσμός.
- Έλλειψη δικτύων.

Οι τάσεις

Παρόλο που τα Νοσοκομεία του Δημοσίου και ευρύτερου δημόσιου τομέα συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο αριθμό κλινών, ο αριθμός αυτός δεν είναι σε θέση να καλύψει την αυξανόμενη ζήτηση, δεδομένου ότι η σημαντική μείωση, τη δεκαετία του 80, των νοσηλευτικών κλινών των ιδιωτικών νοσοκομείων δεν αντισταθμίστηκε με την αύξηση, την ίδια περίοδο, των κλινών των δημόσιων μονάδων.
Αναλυτικότερα για τον Ιδιωτικό τομέα: Οι μονάδες που καλύπτουν το σύνολο των περιπτώσεων διάγνωσης και νοσηλείας είναι περιορισμένες και αυτό οφείλεται στο υψηλό κόστος των επενδύσεων που απαιτείται. Από αυτές ελάχιστες είναι εκείνες που προσφέρουν πληρότητα και ποιότητα υπηρεσιών υγείας με αποτέλεσμα οι μονάδες αυτές να αδυνατούν να καλύψουν τη υφιστάμενη ζήτηση.
Η δυσκολία εισόδου νέων μονάδων στον κλάδο, λόγω του υψηλού κόστους των επενδύσεων και του χρόνου υλοποίησης μιας τέτοιας επένδυσης, που ξεπερνά τα 3 χρόνια, θέτουν σε πλεονεκτική θέση τις νοσοκομειακές μονάδες που ήδη ανήκουν στο κλάδο, με την προϋπόθεση ότι θα διατηρήσουν την ικανότητα τους στο διαρκή εκσυγχρονισμό και στην παροχή υπηρεσιών με υψηλές προδιαγραφές.